Loading...

Τελευταία νέα από το www.mavromatidis.gr...

Αφιέρωμα στον οικισμό Κτενών από το Omikron Magazine

Χτίζοντας το σήμερα πάνω στο χθες, του Σωκράτη Μουτίδη

Mια χούφτα άνθρωποι γέμισαν την Καθαρή Δευτέρα με τις χαρούμενες φωνές τους το παλιό μονοθέσιο δημοτικό σχολείο των Κτενών, ενός οικισμού τον οποίο οι κάτοικοί του εγκατέλειψαν το 1969 και αναζήτησαν μια καλύτερη ζωή σε άλλα μέρη της χώρας, αλλά και του πλανήτη.

Η φετινή Καθαρή Δευτέρα βρήκε τους περίπου 40 κατοίκους του οικισμού να γλεντούν, όπως συνηθίζουν κάθε χρόνο τα τελευταία 9 χρόνια, στον οικισμό, ανάμεσα στα ερειπωμένα σπίτια και τους χωμάτινους δρόμους. Στις μεγάλες γιορτές και αργίες, τα Κτενά επισκέπτονται αυτοί που έζησαν στον προσφυγικό οικισμό, αυτοί που μεγάλωσαν και θυμούνται λίγα πράγματα απο τη ζωή εκεί, αλλά κι εκείνοι που γνωρίζουν τα Κτενά καλά μέσα από την αναμνήσεις των γονιών και των παππούδων, που δεν ζουν πια.

Τα Κτενά είναι ένας οικισμός του δήμου Δημητρίου Υψηλάντη στο νομό Κοζάνης, κοντά στα Σιδερά. Οι Έλληνες κάτοικοί του που εγκαταστάθηκαν με την ανταλλαγή πληθυσμών, έφτασαν εκεί απο χωριά της Προύσας. Το χωριό λεγόταν στα τούρκικα «Νταρακσυλάρ» απο το νταράκ που σημαίνει χτένα. Απο εκεί πήρε και την ελληνική του ονομασία. Η φτώχεια και η αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος ώθησε τους περίπου 250 κατοίκους του χωριού να φύγουν ο ένας μετά τον άλλο απο το 1960 και μετά. Οι τελευταίοι κάτοικοι έφυγαν κοντά στις αρχές της δεκαετίας του 70. Κάποιοι έμειναν στο διπλανό οικισμό, τα Σιδερά, γιατί είχαν κοντά τα ζώα τους, κάποιοι άλλοι λίγο μακρύτερα σε Κοζάνη και Πτολεμαΐδα, ενώ κάποιοι ξενιτεύτηκαν στη Γερμανία, στην Αμερική, αλλά και στη μακρινή Αυστραλία. Όλοι, όμως, κράτησαν στην καρδιά τους το μικρό αυτό οικισμό στον οποίο γεννήθηκαν, έπαιξαν, έμαθαν τα πρώτα τους γράμματα, παντρεύτηκαν στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και έζησαν εκεί για πολλά χρόνια.

Κάπως έτσι οι πιο στενά δεμένοι με τα Κτενά, οι οποίοι δεν ξεπερνούν τους πενήντα, πήραν τη μεγάλη απόφαση να ξαναχτίσουν τον οικισμό και να του δώσουν και πάλι ζωή. Ίδρυσαν, λοιπόν, έναν πολιτιστικό σύλλογο, ο οποίος έχει το όνομα του Αγίου Δημητρίου, του αγίου που τους δίνει δύναμη και κουράγιο, για να συνεχίσουν το δύσκολο έργο που ξεκίνησαν. Μπορεί τρεις δεκαετίες τώρα τα σπίτια να ήταν γκρεμισμένα, η εκκλησία του χωριού, όμως, ήταν πάντα φρεσκοβαμμένη και συντηρημένη, για να υποδέχεται κάθε χρόνο στις 26 Οκτωβρίου τους κατοίκους, στο ραντεβού τους με τις αναμνήσεις.

«Πρώτη φορά έπειτα απο πολλά χρονιά, το 2005 χτύπησε η καμπάνα της εκκλησίας για να σημάνει την Ανάσταση» μας λέει ο Μπάμπης Γιαννακίδης, ο οποίος 44 χρονών σήμερα είναι ένας απο αυτούς που συμβάλλουν στην αναστήλωση του οικισμού. Εκείνο το Μεγάλο Σάββατο, το προαύλιο της εκκλησίας γέμισε με πιστούς και κάθε χρόνο απο τότε η καμπάνα του Αϊ Δημήτρη χτυπάει χαρμόσυνα. Ο κ. Γιαννακίδης γεννήθηκε στα Κτενά και φοίτησε δυο χρόνια στο μονοθέσιο σχολείο, το οποίο τώρα ανακαινίστηκε και στεγάζεται εκεί ο πολιτιστικός σύλλογος. «Εδώ ήταν το θρανίο μου» μας δείχνει στο χώρο και αυθόρμητα χαμογελά νοσταλγικά για εκείνα τα χρόνια. «Δίπλα μου υπήρχε η καταπακτή η οποία οδηγούσε στο υπόγειο του σχολείου, όπου είχαμε τα ξύλα για τη σόμπα» συμπληρώνει το παζλ των αναμνήσεων.

Μέχρι τα δέκα του χρόνια έζησε στα Κτενά και ο πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου Φίλιππος Διρχαλίδης. «Ήταν δύσκολη τότε η ζωή, αλλά ωραία και αγνά ήταν εκείνα τα χρόνια» τονίζει. Δεν θα ξεχάσει ποτέ, όπως μας λέει, τις βαρυχειμωνιές, όταν μικροί μαθητές αναγκάζονταν να σκάβουν με το φτυάρι τούνελ για να πάνε στο σχολείο. Η δομή του οικισμού πάντως δεν έχει αλλάξει. Όσοι έχτισαν καινούργια σπίτια σήμερα, τα έχτισαν επάνω στα σπίτια των γονιών τους, με την πέτρα να κυριαρχεί και χωρίς… νεωτεριστικά εξαμβλώματα. Από τα τριάντα σπίτια που είχε ο οικισμός, σήμερα δεν σώζεται κανένα, ενώ έχουν χτιστεί ήδη δέκα απο τους νέους «επαναπατρισθέντες» κατοίκους.

«Εγώ δεν έζησα εδώ, αλλά έζησε ο πατέρας μου» μας λέει ο Παύλος Διρχαλίδης, ο οποίος γεννήθηκε στο Συκούριο Λάρισας. «Αποφάσισα να συμβάλλω κι εγώ στην προσπάθεια αυτή να δώσουμε ζωή στο χωριό που έζησαν οι γονείς μας» προσθέτει. Όλοι αυτοί οι Κτενιώτες, λοιπόν, συναντιούνται συχνά, όπως λέει ο ανιψιός του κ. Παύλου ο Δημήτρης Διρχαλίδης «κάθε Πάσχα, Καθαρά Δευτέρα, πρωτομαγιά κι άλλες αργίες είμαστε εδώ στο χωριό. Βέβαια δεν λείπουμε ποτέ στις 26 Οκτωβρίου, την ημέρα του Αγίου Δημητρίου, την ημέρα αυτή έρχονται στο χωριό όλοι όσοι μπορούν ακόμη και απο Αμερική και απο Αυστραλία».

Παρέα με το Μπάμπη Γιαννακίδη περιπλανιόμαστε στον οικισμό των Κτενών. «Βλέπετε τις πολλές πέτρες γύρω απο κάθε σπίτι; Είναι απο τους βοηθητικούς χώρους που είχε κάθε οικογένεια, αποθήκη, τουαλέτα, αχυρώνα και στάνη για τα ζώα» μας λέει. Ο ίδιος δε μένει μόνιμα στα Κτενά, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, αλλά έρχεται συχνά απο τη Θεσσαλονίκη με την οικογένειά του. Στον κήπο του νεόκτιστου πέτρινου σπιτιού της οικογένειας, οι γονείς του τσαπίζουν και «σουλουπώνουν» το αμπέλι και την αυλή. Ο πατέρας του, Γιάννης Γιαννακίδης, μας καλωσορίζει με μια σφιχτή, εγκάρδια χειραψία. Έτσι καταλαβαίνεις πόσο χαίρεται κάποιος για τη γνωριμία. «Δύσκολα χρόνια τα παλιά, αλλά αγνή εποχή και συμβιβαζόμασταν με απλά πράγματα. Η διασκέδασή μας ήταν στα τρια καφενεία του χωριού. Με τσιπουράκι, ακορντεόν και ποντιακή λύρα, στήναμε γλέντι στο άψε σβήσε» μας λέει ο κ. Γιάννης, ο οποίος διανύει το 74ο έτος της ηλικίας του. Ο ίδιος και η σύζυγος του, απο τη στιγμή που φτιάχτηκε το σπίτι στο χωριό, τις τέσσερις ημέρες της εβδομάδας την περνούν στα Κτενά και τις τρεις στην Κοζάνη, μόνο, όμως, την άνοιξη και τα καλοκαίρια, όταν η περιοχή γίνεται καταπράσινη και τις νύχτες ακούς τους ήχους της φύσης.

Μέσα στο σπίτι της οικογένειας Γιαννακίδη, μας περιμένει η σύζυγός του Μπάμπη Νικόλ και η αδερφή του Φωτεινή, η οποία είναι γραμματέας του συλλόγου, με τον σύζυγό της. Την παρουσία της κάνει αισθητή η μικρή Αλεξάνδρα, κόρη του Μπάμπη και της Νικόλ, την ώρα που ο ζεστός καφές ετοιμάζεται και η μυρωδιά του καμένου ξύλου απο το μεγάλο τζάκι προσφέρει μια γλυκιά θαλπωρή.

Η Φωτεινή Γιαννακίδου γεννήθηκε στην Γερμανία και σήμερα είναι δασκάλα σε χωριό της Κοζάνης. Όπως λέει, μόλις έμαθε οτι ξεκινά μια προσπάθεια να αναστηλωθεί το χωριό, χωρίς δεύτερη σκέψη έγινε γραμματέας του πολιτιστικού συλλόγου. «Η αλήθεια είναι πως οι γονείς μας έβαλαν την όρεξη και τη δουλειά για να ξαναστηθεί ο οικισμός, γιατί εμείς έχουμε τις δουλειές μας και είμαστε μακριά, το μυαλό των μεγαλύτερων, όμως, είναι εδώ στο χωριό» μας λέει. Στον τοίχο του σπιτιού, επάνω απο τα σκαλιά που οδηγούν στην ξύλινη σοφίτα, δεσπόζει η ασπρόμαυρη φωτογραφία του σπιτιού που μεγάλωσαν. Δίπλα της μια έγχρωμη, εκτυπωμένη απο ψηφιακή φωτογραφική μηχανή, με το σημερινό οίκημα. Το μόνο κοινό των δυο φωτογραφιών είναι η μεγάλη αμυγδαλιά που έμεινε μπροστά ακριβώς απο το σπίτι, αγέρωχη στο ίδιο σημείο, να θυμίζει τα χρόνια που πέρασαν.

Λίγο πριν φύγουμε ο κ. Γιάννης Γιαννακίδης μας αφηγήθηκε την ιστορία ενός νεαρού ζευγαριού από τα Κτενά, οι οποίοι όταν έφυγαν απο το χωριό τη δεκαετία του 60, πήραν μαζί τους απο την εκκλησία μια μικρή εικόνα του Αγίου Δημητρίου, για να την έχουν μαζί στην μακρινή Αυστραλία. «Η οικογένεια αυτή πρόκοψε πολύ» μας λέει ο κ. Γιάννης «και κάθε χρόνο ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, στο χωριό στήνεται ένα μεγάλο πανηγύρι απο τους ανθρώπους αυτούς, οι οποίοι είναι κάτι σαν ευεργέτες των Κτενών».

Μπορεί να πέρασαν μερικές δεκαετίες από τότε που έφυγαν και οι τελευταίοι κάτοικοι απο τα Κτενά, μπορεί οι αναμνήσεις να μην σβήστηκαν ποτέ απο τη μνήμη τους και στη θέση των παλιών σπιτιών να χτίζονται τώρα καινούργια με απόλυτο σεβασμό στον τόπο. Κάτι όμως που δεν άλλαξε είναι η έλλειψη ύδρευσης των Κτενών. Το χωριό μέχρι σήμερα, ποτέ δεν είχε νερό και αν και τα έργα του δικτύου ύδρευσης έχουν γίνει, άγνωστο γιατί ο δήμος δεν προχωρά στην υδροδότηση του χωριού. Έτσι ακόμα και σήμερα οι κάτοικοι διανύουν αποστάσεις για να πάρουν νερό, μόνο που τώρα πια δεν το κουβαλούν με τα γαϊδούρια, όπως τότε, αλλά με τα αυτοκίνητά τους. Η ολοκλήρωση των εργασιών υδροδότησης και ηλεκτροδότησης του χωριού και η ασφαλτόστρωση του χωματόδρομου από τη διασταύρωση των Σιδερών μέχρι τα Κτενά είναι και τα μόνα πράγματα που ζητούν οι άνθρωποι αυτοί, ώστε να μπορούν περισσότεροι να έρχονται πιο συχνά στα Κτενά και γιατί όχι για κάποιους τα Κτενά να αποτελέσουν και τόπο μόνιμης κατοικίας.

Από περιοδικό Omikron

AddThis Social Bookmark Button